Αν βρίσκεστε στην Τουρκία, σκεφτείτε δύο φορές για να ανεβάσετε αυτό το άρθρο στο Twitter.!!!!!!!!!!!!!

Κείμενο :
Aslı Aydıntaşbaş
Visiting Fellow – Foreign Policy, Center on the United States and Europe, The Turkey Project
Μετάφραση – προσαρμογή :Αικατερινη Κοριννα
Το άρθρο δημοσιεύεται στο Brookings .
Με έναν νέο αμφιλεγόμενο νόμο για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι τουρκικές αρχές έχουν πλέον το δικαίωμα να ελέγχουν και, εάν είναι απαραίτητο, να περιορίζουν την διαδικτυακή ελευθερία του λόγου με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι σε οποιαδήποτε δημοκρατία — ή ακόμη και στην Τουρκία πριν από μερικά χρόνια.
Η κυβέρνηση του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει επικριθεί εδώ και πολύ καιρό για τη φίμωση των φωνών των αντιφρονούντων και την άσκηση ελέγχου της στα μαζικα μέσα ενημέρωσης – αλλά με υψηλό ποσοστό διείσδυσης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην Τουρκία είναι ένα σχετικά ανοιχτό φόρουμ για ανεξάρτητη δημοσιογραφία και συζήτηση.
Τώρα με έναν αληθινό οργουελικό τρόπο, ο νόμος για την «παραπληροφόρηση» της Τουρκίας στοχεύει να ποινικοποιήσει τη διάδοση παραπληροφόρησης, όπως ορίζεται από την κυβέρνηση, και να ρυθμίσει το περιεχόμενο της πληροφορίας όπως αυτή το αντιλαμβάνεται . Ωστόσο, οι επικριτές φοβούνται ότι ενόψει των εκλογών του 2023, οι νέοι κανόνες μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να φιμώσουν τις εκστρατείες της αντιπολίτευσης και να περιορίσουν τον ήδη στενό χώρο για δημόσιο διάλογο. Ακόμη χειρότερα, το νομοσχέδιο επιτρέπει στην κυβέρνηση να μπλοκάρει το Twitter ή το Facebook όταν το κρίνει απαραίτητο ή να τα αναγκάζει να μοιράζονται δεδομένα με τις αρχές.
Το νέο νομοθετικό πακέτο, το οποίο πέρασε από το κοινοβούλιο αυτή την εβδομάδα εν μέσω διαμαρτυριών και διεθνών επικρίσεων, προβλεπει φυλάκιση έως και τέσσερα με πέντε χρόνια για ιστορίες και δημοσιεύσεις που «διαδίδουν πληροφορίες που είναι ανακριβείς» προκειμένου να «δημιουργηθεί φόβος, πανικός», ή «διατάραξη της εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας της Τουρκίας», της «δημόσιας τάξης », της «δημόσιας υγείας» κλπ
Αυτό πρακτικά ποινικοποιεί κάθε πληροφορία που δεν εγκρίνεται από τις τοπικές αρχές.
Πάρτε για παράδειγμα τον πληθωρισμό, ένα από τα πιο έντονα ζητήματα στη χώρα. Η επίσημη στατιστική υπηρεσία της Τουρκίας τοποθετεί τον ετήσιο πληθωρισμό της χώρας στο 83,45%, αλλά το επίσημο ποσοστό αμφισβητείται από πολλούς, συμπεριλαμβανομένων οικονομολόγων και δημοσιογράφων που ισχυρίζονται ότι η ετήσια αύξηση των τιμών είναι σχεδόν διπλάσια. Ένας ανεξάρτητος επόπτης, η ENAG, διαπιστώνει ότι ο ετήσιος πληθωρισμός καταναλωτών για τον Σεπτέμβριο είναι 186%. Σύμφωνα με το νέο νόμο, οι τακτικές ενημερώσεις της ENAG, καθώς και οι αναρτήσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα μπορούσαν να απαγορευτούν – και όσοι μοιράζονται το περιεχόμενό της ενδέχεται να τιμωρηθούν εξίσου. Ομοίως, οποιαδήποτε υπόνοια ότι τα επίσημα στοιχεία θανάτων από τον COVID-19 της Τουρκίας είναι στην πραγματικότητα υψηλότερα, ότι οι τιμές της ενέργειας είναι πιθανό να ανέβουν ή ότι η κυβέρνηση χειρίζεται εσφαλμένα τις δασικές πυρκαγιές μπορεί να υποστεί δίωξη .
Και οι πληροφοριοδότες — ξεχάστε το. Η ερευνητική δημοσιογραφία θα ήταν πρακτικά αδύνατη βάσει του νέου νόμου.
Αλλά σε μια χώρα βαθιά πολωμένη μεσα σε ασφυκτικές πολιτικές γραμμές με μια αυξανόμενη αντιπολίτευση ενάντια στην εξουσία του Ερντογάν, ποιος μπορεί πραγματικά να ορίσει την «αλήθεια» και να εντοπίσει την «παραπληροφόρηση»; Αφήστε το στους Τούρκους εισαγγελείς, λέει η νέα νομοθεσία. Ο αρθρογράφος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Gökçer Tahincioğlu, σημειώνει ότι το νομοσχέδιο έδωσε σαρωτική εντολή στους εισαγγελείς να προσδιορίσουν ποια είναι η αλήθεια και να αναζητήσουν νομική δίωξη εναντίον όσων θεωρούν ανακριβή. Σε μια χώρα όπου τα δικαστήρια έχουν ήδη καταδιώξει δημοσιογράφους και οικονομολόγους επειδή έγραψαν στο Twitter, ακριβώς εν μέσω μιας νομισματικής κρίσης, ότι η τουρκική λίρα είναι πιθανό να χάσει την αξία της έναντι του δολαρίου, αυτό δεν ακούγεται καθόλου μα καθόλου καλό.
Η νέα νομοθεσία δεν είναι σίγουρα η πρώτη προσπάθεια του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν και των εθνικιστών συμμάχων τους να ενισχύσουν τους ελέγχους στα μέσα ενημέρωσης — αλλά το τρέχον νομοσχέδιο, που αποκαλείται «νόμος λογοκρισίας» από την αντιπολίτευση και τις οργανώσεις για τα δικαιώματα, είναι σίγουρα το πιο σκληρό. Το 2020, Τούρκοι νομοθέτες έδωσαν στην κυβέρνηση σαρωτικές εξουσίες για τη ρύθμιση του περιεχομένου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ανέθεσαν σε εταιρείες τεχνολογίας – συμπεριλαμβανομένων των Twitter, Facebook και YouTube – να ανοίξουν γραφεία στην Τουρκία. Η κυβέρνηση επέβαλε επίσης οικονομικές κυρώσεις και απείλησε να επιβραδύνει την διακίνηση σε αυτα τα μέσα εάν δεν πληρούνταν οι όροι της .
Τώρα, σφίγγει τις βίδες ακόμα πιο σφιχτά . Οι τεχνολογικοί γίγαντες υποχρεούνται από το νόμο να διορίζουν Τούρκους πολίτες να διευθύνουν το τοπικό τους γραφείο, να διατηρούν τα δεδομένα τους στην Τουρκία και να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους χρήστες εάν το ζητήσει η κυβέρνηση — αλλιως …..αντιμετωπίζουν μπλοκαρίσματα.
Αυτό φαίνεται να θέτει μια εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση στις παγκόσμιες εταιρείες ώστε να μπορέσουν να βρουν τη σωστή ισορροπία μεταξύ του να παραμείνουν ενεργές και της πρόληψης της ζημίας της φήμης τους εάν γίνουν υπερβολικά συμμορφωμένες. Δεδομένης της δημοτικότητας των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης στη χώρα και της ευκολίας με την οποία η κυβέρνηση της Τουρκίας μπορεί να « κολλήσει» την ταμπέλα της «τρομοκρατίας» στους αντιφρονούντες, η πρόκληση είναι πραγματική. Οι εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων όπως το Signal, το Facetime και το WhatsApp χρησιμοποιούνται ευρέως και έχουν γίνει η προτιμώμενη μέθοδος επικοινωνίας τόσο για πολίτες όσο και για αξιωματούχους. Η κυβέρνηση θέλει τώρα να ενημερώνεται τακτικά για το πόσοι χρήστες υπάρχουν, ποιος μιλά με ποιον και, εάν χρειάζεται, για τι μίλησαν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούν να απαιτήσουν δεδομένα κρυπτογράφησης και να περιορίσουν τη χρήση εάν Δρν τους δωθουν .
Σε μια χώρα με ιστορία κυβερνητικών υποκλοπών και όπου ακόμη και οι παππούδες προτιμούν το WhatsApp να μιλάνε με μέλη της οικογένειας, το νέο νομοσχέδιο αφαιρεί ένα ακόμη επίπεδο ιδιωτικότητας για τους απλούς πολίτες.
Αντιμετωπίζοντας εκλογικά εμπόδια και φθίνουσα υποστήριξη, ο κυβερνώντος συντηρητικός-εθνικιστικός συνασπισμός της Τουρκίας φαίνεται να έχει διαλέξει μια σελίδα από τον αυταρχικό εγχειρίδιο – ελπίζοντας να ελέγξει τον χώρο ενημέρωσης ενόψει των εκλογών. Για τους επικριτές, ο νέος νόμος ενισχύει την αντίληψη ότι ο κυβερνών συνασπισμός είναι πρόθυμος να καταφύγει σε ανελεύθερα μέσα για να παραμείνει στην εξουσία.!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
Ο νόμος για την «παραπληροφόρηση» της Τουρκίας σίγουρα κάνει πολύ πιο δύσκολη την εκστρατεία και την οργάνωση για τους αντιπάλους του Ερντογάν και αφαιρεί μια ακόμη ελευθερία στους πολίτες της. Περιορίζει το χώρο για συζήτηση και ανταλλαγή πληροφοριών. Και χειρότερα, εάν τα επερχόμενα εκλογικά αποτελέσματα του 2023 είναι στενά ή αμφισβητούνται, και η τουρκική κυβέρνηση αρνείται να το παραδεχτεί , ο νέος νόμος μπορεί να αποτρέψει μια ουσιαστική πίεση κατά των κυβερνητικών ισχυρισμών .
Αλλά ο νέος νόμος είναι απίθανο να αλλάξει ριζικά την εκλογική δυναμική της Τουρκίας. Η Τουρκία είναι ένα περίεργο μέρος με την έννοια ότι δεν είναι πλήρως δημοκρατικό, αλλά δεν είναι ούτε δικτατορία. Παρά την ανελεύθερη στροφή της, η Τουρκία, σε αντίθεση με τη Ρωσία και την Κίνα, εξακολουθεί να έχει μια ισχυρή αντιπολίτευση και μια έντονη συζήτηση. Αντί να αλλάξει τις απόψεις των ανθρώπων, ο νέος νόμος είναι πιο πιθανό να εκνευρίσει τους ψηφοφόρους και να απωθήσει τους νεαρούς Τούρκους που είναι ήδη απογοητευμένοι από την ανεργία και όλο και περισσότερο αποξενωμένοι από τη συντηρητική ατζέντα της κυβέρνησης.
Στο τέλος, οι Τούρκοι ψηφοφόροι θα λάβουν τις αποφάσεις τους με βάση την οικονομία και την ικανότητα των υποψηφίων προέδρων. Ο Ερντογάν είναι ξεκάθαρα η επιλογή του κυβερνώντος ισλαμιστικού-εθνικιστικού συνασπισμού, αλλά σχεδόν όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η επιθυμία για αλλαγή είναι ελαφρώς μεγαλύτερη από την υποστήριξη στον Ερντογάν. Αυτό σημαίνει ότι το μπλοκ της αντιπολίτευσης της Τουρκίας έχει ακόμα μια ευκαιρία εάν μπορεί να επιλέξει τον κατάλληλο υποψήφιο και να πείσει τους ψηφοφόρους για την ικανότητά τους να κυβερνήσουν. Δεν είναι δεδομένο, αλλά είναι δυνατό.
Και στην πορεία, αν υπάρξουν μπλακ άουτ και διώξεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αυτό θα εξοργίσει περισσότερο τους ψηφοφόρους.
Παραθέτω τον αρχικό σύνδεσμο στην αγγλική γλώσσα .
No Comments Yet

Leave a Reply

Your email address will not be published.